Γιάννης και η Μαρία είναι ένα νεαρό ζευγάρι που μένουν στο Περιστέρι, πολύ λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. Πριν λίγα χρόνια είχε ξεκινήσει να κατασκευάζεται το τμήμα της γραμμής μετρό «Σεπόλια – Άγιος Αντώνιος» με αποτέλεσμα πολλές γειτονιές στο Περιστέρι ξαφνικά να αναβαθμιστούν και να γνωρίσει μεγάλη άνθιση η τοπική αγορά ακινήτων.
Ο Γιάννης είναι διπλωματούχος Χημικός Μηχανικός, απόφοιτος μάλιστα του ΕΜΠ, ενώ η Μαρία έχει πτυχίο Λογιστικής από το ΤΕΙ Πειραιά. Κατάγονται και οι δυο από την επαρχία αλλά ήρθαν στην Αθήνα να σπουδάσουν, οπότε και γνωρίστηκαν πριν οχτώ χρόνια, ενώ στη συνέχεια έμειναν στην Πρωτεύουσα για να εργαστούν. Αφού συγκατοίκησαν σε διάφορα φοιτητικά διαμερίσματα, πριν πέντε χρόνια αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο βήμα και να παντρευτούν! Εξάλλου, ο Γιάννης μόλις είχε βρει δουλειά στα ΕΛΔΑ ενώ η Μαρία ήδη δούλευε εδώ και δυο χρόνια σε ένα λογιστικό γραφείο στο Αιγάλεω.
Όπως προστάζει η ελληνική παράδοση, έπρεπε να βρουν ένα καινούργιο σπίτι για να μείνουν. Μετά από πολύ ψάξιμο βρέθηκε ένα διαμέρισμα 90 μ² στο Περιστέρι σε μια πολύ, πολύ καλή τιμή: Μόλις 2.600 € / μ²! Στοίχησε λοιπόν 234.000 €, ενώ μαζί με τους φόρους, συμβολαιογραφικά, κλπ, ξεπέρασε τις 250.000 €. Όμως… είχαν το δικό τους σπίτι!
Το είχαν πράγματι, όμως;
Εννοείται πως το νεαρό ζευγάρι δεν είχε τη δυνατότητα να πληρώσει μετρητοίς το ποσό αυτό. Πήραν λοιπόν ένα δάνειο 25ετούς εξόφλησης ύψους 195.000 και τα υπόλοιπα τα πλήρωσαν οι γονείς «για να βοηθήσουν». Μην ξεχνάμε εξάλλου πως το σπίτι έπρεπε να επιπλωθεί, υπήρχαν τα έξοδα του γάμου ενώ η Μαρία ήταν ήδη δυο μηνών έγκυος και έπρεπε να προβλεφθούν χρήματα και για το νέο μέλος της οικογένειας – Παρεμπιπτόντως, ο Γιάννης και η Μαρία έκαναν και ένα δεύτερο παιδί δυο χρόνια μετά.
Το δάνειο, το οποίο εξασφαλίστηκε με εγγραφή α’ προσημείωσης 120% επί του διαμερίσματος από την Τράπεζα, δηλαδή 234.000 €, ήταν ένα από τα χιλιάδες δάνεια αυτού του τύπου που δόθηκαν πριν πέντε χρόνια: «Τρία χρόνια σταθερό (χαμηλό) επιτόκιο και στη συνέχεια, για τα υπόλοιπα είκοσι δυο χρόνια δηλαδή, κυμαινόμενο με βάση το Euribor». 300 € δόση για κάθε 100.000 € δανείου έλεγε η διαφήμιση – άρα ο Γιάννης και η Μαρία, για τα πρώτα 3 χρόνια, έπρεπε να πληρώνουν «μόλις» 585 € σε μηνιαία βάση. «Λέτε να ανεβεί πολύ το επιτόκιο μετά τα τρία χρόνια;», είχε ρωτήσει ελαφρώς προβληματισμένος ο Γιάννης. «Μα, τι είναι αυτά που λέτε; Είμαστε στη ζώνη του ευρώ, τα επιτόκια θα είναι σταθερά χαμηλά!» είναι απαντήσει ο υπάλληλος στεγαστικής πίστης καθησυχάζοντας τον Γιάννη.
Τότε, το οικογενειακό μηνιαίο εισόδημα του Γιάννη και της Μαρίας ήταν 2.300 €. Πέντε χρόνια μετά είχε φτάσει στις 2.450 €, αφού οι αυξήσεις που έδωσαν τόσο τα ΕΛΔΑ όσο και το λογιστικό γραφείο ήταν ελάχιστες.
Τι συνέβη όμως με τη δόση του δανείου. Πράγματι, για τα πρώτα τρία χρόνια ήταν 585 € και το ζευγάρι δεν είχε σοβαρό πρόβλημα. Μετά τα τρία χρόνια όμως η δόση έκανε ένα άλμα προς τα επάνω! Βλέπετε, είχε ξεκινήσει η παγκόσμια οικονομική κρίση και το Euribor δεν είχε καμία σχέση με αυτό που περίμεναν ο Γιάννης, η Μαρία και ο υπάλληλος στεγαστικής πίστης της Τράπεζας. Από τα 300 € για κάθε 100.000 € δανείου, φτάσαμε στα 620 €. Αυτό σήμαινε μια αύξηση της δόσης από τα 585 € στα 1.140,75 €. Και πάλι ο Γιάννης ένιωθε τυχερός: Σε διάφορους γνωστούς & φίλους του, η αύξηση ήταν πολύ μεγαλύτερη!
Τα παιδιά μεγάλωναν και οι ανάγκες της οικογένειας σε χρήματα αυξάνονταν. Υπήρχε βέβαια βοήθεια από τα πεθερικά, αλλά δυστυχώς οι δυο παππούδες πέθαναν ενδιάμεσα με αποτέλεσμα να περιοριστεί και το έσοδο από τις συντάξεις – χωρίς να μιλήσουμε για την οικονομική αιμορραγία που προκάλεσαν δυο χρόνια μπες-βγες στα νοσοκομεία και η περίθαλψη στο σπίτι για τον κάθε παππού, χωρίς μάλιστα να υπάρξει κάποιο καλό αποτέλεσμα. Ο Γιάννης σιχάθηκε τους γιατρούς στο διάστημα αυτό αφού έβλεπαν τον ετοιμοθάνατο μπαμπά του σαν ευκαιρία πλουτισμού, πουλούσαν ελπίδες και ο Γιάννης πλήρωνε.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, πριν δυο βδομάδες – περίπου στα μέσα Φεβρουαρίου – έγινε κάτι αναπάντεχο: Ήταν Παρασκευή 12 του μηνός και η Μαρία ετοιμαζόταν να φύγει από το λογιστικό γραφείο για να γυρίσει σπίτι. Ήταν πάντοτε εκεί στις 8:00 το πρωί αλλά προσπαθούσε να φεύγει ακριβώς στις 8 ώρες καθώς την περίμεναν δυο μωρά στο σπίτι και οι γιαγιάδες δεν μπορούσαν να βοηθήσουν πια. Γύρω στις 3:30 ο ιδιοκτήτης του γραφείου, ένας 55άρης λογιστής γνωστός στην τοπική αγορά της ζήτησε να μιλήσουν για λίγο ιδιωτικά. Η Μαρία ανησύχησε πολύ. Οι ανησυχίες της επιβεβαιώθηκαν καθώς άκουγε τον λογιστή να της λέει πως η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει άσχημα το γραφείο, το οποίο είχε πελατεία από τις μικρές επιχειρήσεις της περιοχής. «Οι μισοί πελάτες έκλεισαν και οι άλλοι μισοί είναι ήδη στον Τειρεσία, ετοιμάζονται να κλείσουν. Δεν ξέρω τι να κάνω.», είπε ο λογιστής. Την εξόφλησε, της έδωσε την αποζημίωσή της λέγοντας της πως λυπάται πολύ για την εξέλιξη αυτή αλλά δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Η Μαρία προσπάθησε να του πει να μετατρέψουν την εργασία σε part-time, αλλά ο λογιστής είπε πως και αυτό ήταν αδύνατον. Η Μαρία ένιωσε πως κάνει ελεύθερη πτώση – χωρίς αλεξίπτωτο όμως.
Όταν βρέθηκαν στο σπίτι αργά το βράδυ με τον Γιάννη, η Μαρία τον ενημέρωσε για τις εξελίξεις. Δεν ήθελε να του τα πει τηλεφωνικά. Ο Γιάννης παρέμεινε ψύχραιμος. Της είπε πως και στα ΕΛΔΑ τους ενημέρωσαν πως κόβονται όλες οι επιπλέον παροχές και οι υπερωρίες. Το ζευγάρι ήταν απελπισμένο. Το οικογενειακό εισόδημα ξαφνικά μειώθηκε κατά 1.000 € και τα πεθερικά ήταν πια είτε κάτω από το χώμα ή ανήμπορα να βοηθήσουν.
Το ζευγάρι φιλοσόφησε το θέμα. «Δεν θα πεθάνουμε» είπε ο Γιάννης. «Ό,τι βρέξει ας κατεβάσει» είπε η Μαρία και συμφώνησαν να πετάξουν στα σκουπίδια την ενημερωτική επιστολή από την Τράπεζα ότι σε λίγο έφτανε η ημερομηνία πληρωμής της δόσης του δανείου ενώ είχαν ήδη άλλες δυο σε εκκρεμότητα.
Ακούγοντας τα μέτρα προχθές το βράδυ, ο Γιάννης γέλασε ειρωνικά. «Μάλλον κάτι πίνουν», είπε γελώντας πιο έντονα. «Δεν είναι δυνατόν να έχει πάθει ασφυξία η αγορά και εκείνοι να μειώνουν ακόμα περισσότερο τη ρευστότητα των μικρομεσαίων». «Δεν μπορώ να καταλάβω», συμφώνησε η Μαρία. «Μα αλήθεια, δεν ξέρουν που είναι ο πλούτος στην Ελλάδα για να τον φορολογήσουν; Κοροϊδευόμαστε μου φαίνεται», συνέχισε.
Ο Γιάννης και η Μαρία έβαλαν την τύχη των παιδιών τους πιο πάνω από την τύχη του διαμερίσματός τους – και πολύ καλά έκαναν. Στη χειρότερη περίπτωση, θα γυρίσουν στην επαρχία όπου και οι δυο έχουν το πατρικό τους σπίτι, προσπαθώντας να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα. «Αν το θέλει η Τράπεζα, ας το πάρει το διαμέρισμα», έκλεισε ο Γιάννης. «Είναι και κοντά στο μετρό, για αυτό άλλωστε κάνει 2.600 € το τετραγωνικό».
Αυτό που δεν είπε ο Γιάννης ήταν ότι σαν το δικό τους διαμέρισμα, υπάρχουν ακόμα αρκετές εκατοντάδες ακόμα, είτε απούλητα ή πουλημένα με δάνειο που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί. Οπότε, όταν η Τράπεζα κατασχέσει το διαμέρισμα και το βγάλει στον πλειστηριασμό, όχι 2.600 € / μ² δεν θα πουληθεί αλλά ούτε καν 600 € / μ². Η τράπεζα όμως, είχε εκταμιεύσει το δάνειο. Δεν θα μπορέσει να πάρει τα λεφτά της πίσω με αποτέλεσμα τελικά να πτωχεύσει – η για να μην «φανεί» αυτό, να εξαγοραστεί από μια μεγαλύτερη τράπεζα, Ελληνική ή ξένη.
Τα μέτρα ήταν η χαριστική βολή για τον Γιάννη και τη Μαρία, το λογιστικό γραφείο που δούλευε η Μαρία, την τράπεζα και την αγορά ακινήτων. Ήταν η χαριστική βολή για την Ελληνική οικονομία γενικά. Η οικονομία μας κινούταν με δυσκολία, πολύ αργά και με πολύ χαμηλή παραγωγικότητα. Σε κάθε περίπτωση χρειαζόταν επιτακτικά «επανεκκίνηση». Το λογιστικό γραφείο που δούλευε η Μαρία δεν έπρεπε να κλείσει. Οι συντάξεις των πεθερικών δεν έπρεπε να μειωθούν. Οι τιμές των βασικών προϊόντων δεν έπρεπε να ανεβούν κατακόρυφα, λόγω ΦΠΑ. Έτσι ο Γιάννης και η Μαρία θα μπορούσαν να πληρώσουν το δάνειό τους και η χώρα να γλυτώσει την χρεοκοπία.
Αναρωτιέμαι ποιος είναι ο ωφελημένος από την κατάσταση που δημιουργείται. Δεν βρίσκω κανέναν άλλο πέρα από το ξένο, μεγάλο κεφάλαιο που θα έρθει να αγοράσει όλα τα πάγια του τόπου μας σε εξευτελιστικές τιμές.
Ντροπή.