Η στρέβλωση των
λέξεων είναι ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά, ή μάλλον καλύτερα, μια
από τις κύριες παθογένειες της πολιτικής περιόδου που ονομάσαμε «μεταπολίτευση».
Από την «Αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου, στην «Κάθαρση» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη,
στον «Εκσυγχρονισμό» του Κωνσταντίνου Σημίτη και μετά στην «Επανίδρυση»
του Κωνσταντίνου Καραμανλή του νεωτέρου.
Η στρέβλωση των
λέξεων, όπως και η οικειοποίηση των συμβόλων, δεν είναι νέα τακτική.
Εφαρμοζόταν συστηματικά στο παρελθόν, ιδιαίτερα μάλιστα από απολυταρχικά,
ανελεύθερα καθεστώτα. Έχει σκοπό να μπερδέψει τη μάζα. Επί παραδείγματι, τα
ένοπλα ελληνικά τμήματα των ναζί
οικειοποιήθηκαν τη φορεσιά του τσολιά, ενός συμβόλου αντίστασης και ελευθερίας
του ελληνικού λαού, ο δικτάτορας Παπαδόπουλος οικειοποιήθηκε το σύμβολο του
Φοίνικα, και πολλά άλλα παραδείγματα.
Το φαινόμενο
βέβαια έλαβε κωμικές διαστάσεις τα τελευταία έξι χρόνια. Ο Γεώργιος Παπανδρέου
ο νεώτερος μας βεβαίωνε ότι «λεφτά υπάρχουν» και στη συνέχεια ο Αντώνης Σαμαράς
ανταγωνιζόταν επάξια τις διάφορες θεατρικές επιθεωρήσεις με τις παραστάσεις που
έδινε στο Ζάππειο Μέγαρο.
Μιλάμε για παρακμή που κανείς μας δεν περίμενε να
ζήσει.
Μετά όμως ήρθε η
περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα ο οποίος πήγε τη μέθοδο αυτή στο απόγειό της. Ο νέος,
συμπαθής και συνήθως χαμογελαστός πολιτικός, κατά δήλωσή του «Αριστερός»,
υποσχέθηκε στον ελληνικό λαό ότι «θα σκίσει τα μνημόνια το πρώτο βράδυ της εκλογής
του» και ότι «με ένα νόμο, σε ένα άρθρο, θα καταργήσει τα μνημόνια και όλους τους
εφαρμοστικούς τους νόμους». Τον θυμόμαστε μάλιστα ως αρχηγό της αξιωματικής
αντιπολίτευσης να επιχειρηματολογεί πως «ακόμα και αν βγούμε από το μνημόνιο», όπως,
μάλλον κάνοντας μαύρο χιούμορ, ισχυριζόταν ο Αντώνης Σαμαράς, «θα πρέπει να
καταργηθούν όλοι οι εφαρμοστικοί τους νόμοι» για να αναπνεύσει ο ελληνικός
λαός.
Ο ελληνικός λαός
ο οποίος τον πίστεψε και τον ψήφισε.
Τι συνέβη τελικά;
Τίποτα δεν σκίστηκε. Τίποτα δεν καταργήθηκε. Έγινε μια διαπραγμάτευση – παρωδία
όπου περισσότερο διαπραγματευόταν ο Έλληνας πρωθυπουργός με τον Παναγιώτη
Λαφαζάνη και τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και λιγότερο με τους δανειστές της χώρας.
Μετά, οδηγηθήκαμε σε ένα δημοψήφισμα – παρωδία, το οποίο διενεργήθηκε σε
διάστημα …πέντε ημερών, δίχως σαφές και πλήρες ερώτημα, με ερώτημα ακόμα
χειρότερα που είχε ανατραπεί από την ίδια την πραγματικότητα και που εν τέλει
κάθε πολίτης απάντησε διαφορετικά και για άλλους λόγους. Μια πραγματικά μαύρη
σελίδα της δημοκρατίας μας.
Το καλύτερο όμως ήρθε
μετά. Εκεί ο Έλληνας πρωθυπουργός βροντοφώναξε με τις πράξεις του ότι «σας δουλεύω
κανονικά» και σε λίγες μέρες μετά το ΟΧΙ στα μέτρα των 8 δις, είπε το μεγάλο
ΝΑΙ στα μέτρα των 14 δις.
Ίσως τελικά αυτό
να σήμαινε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. «ΌΧΙ, δεν μου φτάνουν 8 δις, θέλω παραπάνω».
Αυτό που
ακολούθησε την υπογραφή του 3ου μνημονίου ήταν μια ιδιαίτερα άβολη
για όλους, αποκαλυπτική της αλήθειας διαδικασία. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί και αυτός
σε μια ομάδα που αυτοσκοπό της έχει τη διατήρηση του ελέγχου της εξουσίας –
πράγμα που πιθανότατα θα καταφέρει για κάποιο διάστημα ακόμα. Οι υπόλοιπες
ομάδες (είναι ντροπή να τις λέμε κόμματα …) δεν κατάφεραν να εκφράσουν τίποτα
νέο, κανένα ουσιαστικό εναλλακτικό σχέδιο για τη χώρα. Η πολιτική απουσιάζει
από τις εκλογές αυτές. Η πολιτική απουσιάζει από τη δημόσια σφαίρα γενικότερα.
Η δημοκρατία μας δεν λειτουργεί – έχουμε με άλλα λόγια μια μπλοκαρισμένη
δημοκρατία.
Ο μεγάλος
διανοητής και δάσκαλος της Πολιτικής Μιχάλης Χαραλαμπίδης, ένας από τους ελαχίστους
– αν όχι ο μόνος – πολιτικός της μεταπολίτευσης με την αυθεντική έννοια του
όρου, μιλά στα βιβλία του για την «πολιτική ως απάτη». Αυτό που περιγράφει και
αναλύει ο Χαραλαμπίδης, ήρθε ο Αλέξης Τσίπρας να μας το επιδείξει με τον πλέον
παραστατικό τρόπο. Η πολιτική ως απάτη και ο πολιτικός ως απατεώνας.
Η παρακμή του
συστήματος έχει φτάσει σε μεγέθη που είναι δύσκολο πια ακόμα και να περιγραφούν.
Αποτελεί μεγάλη
πρόκληση προς όλους εμάς, προς οποιονδήποτε έχει έστω και μικρό ενδιαφέρον να
γίνει κάτι καλό σε αυτόν τον τόπο, να ανακτήσουμε την αυθεντική έννοια των
λέξεων που περιγράφουν τη δημόσια σφαίρα. Να απελευθερώσουμε τις έννοιες από
την στρέβλωση που έχουν υποστεί. Όχι, η πολιτική δεν είναι απάτη. Αντίθετα, η
πολιτική είναι η ύψιστη των τεχνών. Επίσης όχι, το κυβερνώ δεν σημαίνει διορίζω
ούτε μοιράζω το δημόσιο χρήμα σε μια κλειστή ομάδα μεσαζόντων και εργολάβων.
Κυβερνώ σημαίνει σχεδιάζω και υλοποιώ, σημαίνει εν τέλει δημιουργώ ένα καλύτερο
αύριο ξεκινώντας από σήμερα.
Στο ιστολόγιο
αυτό έχω πολλές φορές δημοσιεύσει κείμενα που παρουσιάζω τις απόψεις μου για το
σύστημα εξουσίας που έφερε την Ελλάδα στην καταστροφή («Τρίγωνο της Καταστροφής»:
Εγκληματική οικονομική ολιγαρχία – «πολιτικό» σύστημα – μέσα «ενημέρωσης»), για
την ανάγκη της μαζικής επιστροφής μας στην πολιτική με την αυθεντική έννοια τουόρου (ακούγοντας, επιτέλους, τον Αριστοτέλη που μας φωνάζει από το παρελθόν ότι
«ὁ ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον») και για ένα σχέδιο δράσης που θα μπορέσει να
ανασυντάξει τη χώρα και σιγά σιγά να την ξαναφέρει στην πρόοδο και στην ανάπτυξη
(κυβέρνηση ειδικών – ενίσχυση διάκρισης εξουσιών – απόδοση ευθυνών – απλή
αναλογική – οικονομία γνώσης, συνεργασίας & δημιουργικότητας – προώθηση ευρωπαϊκής
ομοσπονδίας, κλπ). Δεν σκοπεύω να τα επαναλάβω εδώ. Έχω επίσης εξηγήσει γιατί
κανένα από τα «παλιά» κόμματα (που δεν είναι κόμματα με την αυθεντική έννοια
του όρου αλλά απλές ομάδες διεκδίκησης της εξουσίας) δεν μπορεί να προσφέρει
λύση στην παρούσα δύσκολη κατάσταση.
Το κόμμα του
ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να παρουσιαστεί ως νέο, δυστυχώς όμως στην πορεία του από το
2012 μέχρι σήμερα, ειδικά τους τελευταίους οχτώ μήνες, μας έπεισε όλους ότι δεν
είναι μια μεταμόρφωση του παλιού. Οπότε τι μένει;
Τίποτα.
Από τα
κόμματα που κατέρχονται στις εκλογές σήμερα, Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015, νομιζω
πως κανένα δεν δικαιούται την ψήφο ενός ορθολογικά σκεπτόμενου πολίτη. Ακόμα
και αν υπάρχουν (πολύ λίγες) περιπτώσεις που θεωρώ συμπαθείς (όπως π.χ. ο
συνασπισμός Δημοκρατικοί – Κοινωνία Αξιών – Κόμμα Πειρατών), φοβάμαι πως υπό τις
παρούσες συνθήκες ακόμα και ειλικρινείς προσπάθειες είναι καταδικασμένες σε αποτυχία.
Η χώρα χρειάζεται
επανεκκίνηση. Χρειάζεται μιας μορφής «αποχουντοποίηση». Μια καθεστωτική αλλαγή
(Προσοχή: Αυτό δεν έχει σε τίποτα να κάνει με πολιτειακά θέματα. Έχει να κάνει
με το που βρίσκεται η ισχύς επί της διαδικασίας λήψης και εφαρμογής πολιτικών αποφάσεων).
Η μεγάλη ήττα των
τελευταίων οχτώ μηνών, που επικυρώθηκε με την υπογραφή του 3ου
μνημονίου, προσέφερε μιας πρώτης τάξεων ευκαιρία για καθεστωτική αλλαγή.
Επιτέλους, ακόμα και οι δικτάτορες όταν συνέβη η κυπριακή τραγωδία αποσύρθηκαν
και παρέδωσαν σε ένα νέο καθεστώς. Αντίθετα, το τηλεοπτικό πριγκιπάτο των
Αθηνών, έχοντας επιφέρει μια αντιστοίχου μεγέθους τραγωδία στη χώρα, ευτυχώς ακόμα μόνο στο επίπεδο της οικονομίας, μένει
σφιχτά γαντζωμένο στις καρέκλες του και δεν λέει να αποχωρήσει.
Τα πράγματα είναι
απλά: Η κυβέρνηση όφειλε να παραιτηθεί αφού η κύρια προγραμματική της υπόσχεση
εκ των πραγμάτων απεδείχθη απατηλή. Θα μπορούσε κάλλιστα να σχηματιστεί μια
εξωκοινοβουλευτική κυβέρνηση ειδικών με ευρεία κοινοβουλευτική στήριξη και
διετή τουλάχιστον εντολή η οποία θα μπορούσε να κάνει τις μεταρρυθμίσεις και
αλλαγές που χρειάζονται ώστε η δημοκρατία μας να ξαναλειτουργήσει, η οικονομία μας
να ξανασταθεί στα πόδια της και η κοινωνία μας να αρχίσει να ξαναβρίσκει τη
συνοχή της.
Η κάστα των
Αθηνών επέλεξε να μην προχωρήσει σε αυτήν τη λύση αλλά αντίθετα να μας ξαναπάει
σε μια διαδικασία άνευ περιεχομένου, σε εκλογές – παρωδία. Εκτίμησή μου είναι
πως αργά ή γρήγορα στην παραπάνω λύση θα οδηγηθούμε, αφού οποιαδήποτε κυβέρνηση
και να προκύψει από τις εκλογές είναι εκ των πραγμάτων αδύνατο να κάνει τα
παραπάνω, μόνο που δυστυχώς το σημείο επανεκκίνησης θα είναι τελικά ακόμα
δυσμενέστερο.
Κάποιοι φίλοι
σχολιάζοντας απόψεις μου είπαν πως η εξωκοινοβουλευτική κυβέρνηση (τύπου π.χ.
Παπαδήμου, μου είπαν), έχει αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά, ίσως ακόμα και να
αποτελεί εκτροπή. Νομίζω πως απόψεις σαν και αυτές είναι ενδεικτικές της σύγχυσης
που υπάρχει. Πρώτα απ’ όλα, ο Λουκάς Παπαδήμος, ένας άνθρωπος άρρηκτα
συνδεδεμένος με το σύστημα Σημίτη που έφερε την καταστροφή στη χώρα, ήταν ο
μόνος (μάλλον) εξωκοινοβουλευτικός στην κυβέρνησή του, στην οποία
πρωτοστατούσαν κορυφαία στελέχη των δυο μιζοκομμάτων. Από εκεί και μετά,
πουθενά το σύνταγμά μας δεν λέει ότι στις εκλογές επιλέγουμε την εκτελεστική μας
εξουσία. Αντίθετα λέει πως επιλέγουμε τους νομοθέτες μας και επίσης μιλά σαφέστατα
για διάκριση της εκτελεστικής από τη νομοθετική και τη δικαστική εξουσία. Η
πραγματικότητα που βιώνουμε όμως είναι εκείνη της απολύτου κυριαρχίας της εκτελεστικής
επί της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας, κυριαρχία που κατ’ εμέ είναι
από τις κυρίαρχες αιτίας της παρακμής μας. Νομίζω μάλιστα πως το ασυμβίβαστο
μεταξύ θέσεως υπουργού και βουλευτή θα ήταν ένα μεγάλο βήμα μπροστά.
Κατά την γνώμη
μου λοιπόν η ΑΠΟΧΗ είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή στις σημερινές εκλογές – παρωδία. ΑΠΟΧΗ ως
πολιτική κίνηση αποδοκιμασίας του συστήματος που έφερε την καταστροφή και
επιμένει να κρατά την εξουσία. ΑΠΟΧΗ για την πλήρη απονομιμοποίηση του
συστήματος αυτό και ως καταλύτης για το ξεμπλοκάρισμα της δημοκρατίας μας.
Δεν έχω καμία
ψευδαίσθηση σχετικά με το αν το ένοχο σύστημα εξουσίας θα πάρει το μήνυμα της αποχής
ή όχι. Εννοείται πως δεν θα το πάρει και θα μείνει γαντζωμένο στις καρέκλες
του. Όλοι εμείς όμως που πιστεύουμε στη
χώρα αυτή πρέπει να διαφυλάξουμε την αξιοπιστία μας για την επόμενη μέρα. Η
συμμετοχή στη διαδικασία παρωδία της 20ης Σεπτεμβρίου είναι συνενοχή
που δεν μας αξίζει. Η αποχή είναι συνεπής στάση διαμαρτυρίας και κραυγή αγωνίας
ώστε να κλείσει επιτέλους αυτός ο κύκλος της μεταπολίτευσης, που τον ακούμε να
κλείνει από το 1996 αλλά ακόμα κυριαρχεί στη χώρα συνεχίζοντας την καταστροφική
ιστορική διαδρομή του.
Κλείνοντας την
παρουσίαση των σκέψεών μου για τις σημερινές εκλογές, που είμαι βέβαιος πως θα
μείνουν στην ιστορία ως εκλογές παρωδία, ως διαδικασία άνευ περιεχομένου, θα
ήθελα να σας προτρέψω να επανέλθουμε στον ελληνικό τρόπο. Θεμέλιο του ελληνικού
τρόπου σκέψης και πράξης νομίζω πως είναι το «οὐδεὶς ἑκὼν κακός».
Ας μην
επιτιθέμεθα λοιπόν σε ανθρώπους, αλλά σε
πολιτικές, σε ιδέες και εν τέλει σε πράξεις. Διαφορετικά, το σύστημα εξουσίας
απλώς θα επιλέξει δυο-τρία «μαύρα πρόβατα», όπως πρόσφατα έκανε με τον
Τσοχατζόπουλο, και μέσω της τιμωρίας και διαπόμπευσής τους θα επιχειρήσει να
παραμείνει στην εξουσία. Στην Ελλάδα όμως χρειαζόμαστε ουσιαστική αλλαγή
εξουσίας.
Εύχομαι η
επανεκκίνηση της δημοκρατίας και της οικονομίας μας να συμβεί δίχως να
απαιτηθεί πρώτα μια καταστροφή που θα ξεφεύγει από την σφαίρα της οικονομίας.
Μακάρι να ήμουν και βέβαιος για αυτό, δυστυχώς όμως δεν είμαι.
Το μόνο που
μπορούμε να κάνουμε είναι να μην περιμένουμε την καταστροφή να συμβεί και να
επανέλθουμε μαζικά στην αυθεντική πολιτική. Να περάσουμε από το μύθο στο λόγο.