Δεν ήμουν ποτέ "της εκκλησίας". Δεν είμαι ούτε και τώρα. Συνήθιζα μάλιστα να λέω σε φίλους πως "είμαι άθεος". Είναι σε μένα βλέπετε τόσο απεχθείς οι διάφορες εκκλησιαστικές συμμορίες που λυμαίνονται τον ανθρώπινο φόβο για το θάνατο που με έκαναν εχθρικό απέναντι στην εκκλησία, ίσως και στην έννοια της θρησκείας.
Από τότε όμως που ήρθα αντιμέτωπος με το μη-αναστρέψιμο, προτιμώ να λέω πως είμαι "αγνωστικιστής", χωρίς βέβαια να έχω μελετήσει σε βάθος την επιστημονική έννοια του όρου. Εκφράζει όμως καλά αυτό που νιώθω, αντιγράφοντας από τη Wikipedia μια ρήση του Δραβίνου: "Σκέφτομαι ότι σε γενικές γραμμές (όλο και περισσότερο μάλιστα καθώς γερνάω), αλλά όχι πάντοτε, ο όρος Αγνωστικιστής θα περιέγραφε καλύτερα την πνευματική μου στάση."
Η μητέρα μου αντίθετα ήταν "της εκκλησίας". Πολύ περισσότερο μάλιστα μπορώ να πω ότι είχε βαθιά & ειλικρινή πίστη στο Θεό, στην αυθεντική εκδοχή της, που μάλλον απέχει πολύ από τη σημερινή (και παλιότερη, βεβαίως) πρακτική. Έτσι, κάθε Δεκαπενταύγουστο θα πηγαίναμε οπωσδήποτε στην εκκλησία. Συνήθεια που τηρούσαμε μέχρι και πρόσφατα, τελευταία φορά στις 15 Αυγούστο 2010 στον (πανέμορφο & ιστορικό!) Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου στην Σπλάντζια Χανιών.
Πέρσι δεν μπορέσαμε να πάμε τις συνηθισμένες διακοπές στα Χανιά, ούτε όμως πήγαμε στην εκκλησία στον Ασπρόπυργο. Ο λόγος και για τα δυο ήταν η υγεία του πατέρα μου που, φτάνοντας τότε τα 83, είχε αρχίσει να επιβαρύνεται αρκετά. Ήταν νομίζω η πρώτη φορά όσα χρόνια θυμάμαι που συνέβη αυτό.
Σήμερα το πρωί λοιπόν, χωρίς να το έχω προγραμματίσει, ξύπνησα στις 7:30 και πήγα στην εκκλησία στον Ασπρόπυργο. Τελείωσε κατά τις 9:30 και μετά θέλησα να πάω μια βόλτα στο νεκροταφείο. Στάθηκα για αρκετή ώρα στον τάφο της μητέρας μου και είχα συγκινηθεί. Νόμιζα πως δεν ήταν κανείς άλλος εκεί. Λίγο πίσω μου όμως ήταν ένας γέρος καλυβιώτης, άνω των 80 ετών, αγρότης της περιοχής. Όπως έφευγα σιγά-σιγά μου φώναξε "ε, παλληκάρι" για να πάω προς το μέρος του, με χτύπησε φιλικά στον ώμο και μου έδωσε ένα γλυκό από μερικά που είχε μαζί του (!). Μπόρεσα μόνο να του πω ένα "ευχαριστώ" και έφυγα.
Σε μια στιγμή απόγνωσης είναι που καταλαβαίνεις ότι μια αυθεντικά φιλική χειρονομία, ένας ειλικρινής λόγος παρηγοριάς, αξίζουν περισσότερο από όλο τον πλούτο του κόσμου.
Ο άνθρωπος αυτός ίσως να μην με γνώρισε. Είδε πως ήμουν σε δύσκολη κατάσταση, πολύ στενοχωρημένος, και θέλησε πολύ απλά να με στηρίξει με μια τόσο απλή κίνηση. Τόσο απλή που είναι τόσο σπάνια και για αυτό τόσο μοναδική. Πραγματικά μοναδικό συναίσθημα να λαμβάνεις αγάπη από έναν συνάνθρωπό σου σε απόλυτα ανιδιοτελές πλαίσιο.
Σκεφτόμουν αργότερα πως αυτό είναι που θα μπορούσαμε να πούμε "ένας καλός άνθρωπος". Πραγματικά, ένας λόγος που αξίζει να ζει κανείς. Ένας λόγος να μην σε παρασύρει η τεράστια βαρβαρότητα που βιώνουμε παντού & καθημερνά.. Ένας λόγος να προσπαθήσεις να αντισταθείς και να δημιουργήσεις. Πάνω απ'όλα ένας λόγος να κάνεις ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να παραμείνεις αυθεντικός και ειλικρινής.
Από τότε όμως που ήρθα αντιμέτωπος με το μη-αναστρέψιμο, προτιμώ να λέω πως είμαι "αγνωστικιστής", χωρίς βέβαια να έχω μελετήσει σε βάθος την επιστημονική έννοια του όρου. Εκφράζει όμως καλά αυτό που νιώθω, αντιγράφοντας από τη Wikipedia μια ρήση του Δραβίνου: "Σκέφτομαι ότι σε γενικές γραμμές (όλο και περισσότερο μάλιστα καθώς γερνάω), αλλά όχι πάντοτε, ο όρος Αγνωστικιστής θα περιέγραφε καλύτερα την πνευματική μου στάση."
Η μητέρα μου αντίθετα ήταν "της εκκλησίας". Πολύ περισσότερο μάλιστα μπορώ να πω ότι είχε βαθιά & ειλικρινή πίστη στο Θεό, στην αυθεντική εκδοχή της, που μάλλον απέχει πολύ από τη σημερινή (και παλιότερη, βεβαίως) πρακτική. Έτσι, κάθε Δεκαπενταύγουστο θα πηγαίναμε οπωσδήποτε στην εκκλησία. Συνήθεια που τηρούσαμε μέχρι και πρόσφατα, τελευταία φορά στις 15 Αυγούστο 2010 στον (πανέμορφο & ιστορικό!) Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου στην Σπλάντζια Χανιών.
Πέρσι δεν μπορέσαμε να πάμε τις συνηθισμένες διακοπές στα Χανιά, ούτε όμως πήγαμε στην εκκλησία στον Ασπρόπυργο. Ο λόγος και για τα δυο ήταν η υγεία του πατέρα μου που, φτάνοντας τότε τα 83, είχε αρχίσει να επιβαρύνεται αρκετά. Ήταν νομίζω η πρώτη φορά όσα χρόνια θυμάμαι που συνέβη αυτό.
Σήμερα το πρωί λοιπόν, χωρίς να το έχω προγραμματίσει, ξύπνησα στις 7:30 και πήγα στην εκκλησία στον Ασπρόπυργο. Τελείωσε κατά τις 9:30 και μετά θέλησα να πάω μια βόλτα στο νεκροταφείο. Στάθηκα για αρκετή ώρα στον τάφο της μητέρας μου και είχα συγκινηθεί. Νόμιζα πως δεν ήταν κανείς άλλος εκεί. Λίγο πίσω μου όμως ήταν ένας γέρος καλυβιώτης, άνω των 80 ετών, αγρότης της περιοχής. Όπως έφευγα σιγά-σιγά μου φώναξε "ε, παλληκάρι" για να πάω προς το μέρος του, με χτύπησε φιλικά στον ώμο και μου έδωσε ένα γλυκό από μερικά που είχε μαζί του (!). Μπόρεσα μόνο να του πω ένα "ευχαριστώ" και έφυγα.
Σε μια στιγμή απόγνωσης είναι που καταλαβαίνεις ότι μια αυθεντικά φιλική χειρονομία, ένας ειλικρινής λόγος παρηγοριάς, αξίζουν περισσότερο από όλο τον πλούτο του κόσμου.
Ο άνθρωπος αυτός ίσως να μην με γνώρισε. Είδε πως ήμουν σε δύσκολη κατάσταση, πολύ στενοχωρημένος, και θέλησε πολύ απλά να με στηρίξει με μια τόσο απλή κίνηση. Τόσο απλή που είναι τόσο σπάνια και για αυτό τόσο μοναδική. Πραγματικά μοναδικό συναίσθημα να λαμβάνεις αγάπη από έναν συνάνθρωπό σου σε απόλυτα ανιδιοτελές πλαίσιο.
Σκεφτόμουν αργότερα πως αυτό είναι που θα μπορούσαμε να πούμε "ένας καλός άνθρωπος". Πραγματικά, ένας λόγος που αξίζει να ζει κανείς. Ένας λόγος να μην σε παρασύρει η τεράστια βαρβαρότητα που βιώνουμε παντού & καθημερνά.. Ένας λόγος να προσπαθήσεις να αντισταθείς και να δημιουργήσεις. Πάνω απ'όλα ένας λόγος να κάνεις ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να παραμείνεις αυθεντικός και ειλικρινής.