Υπάρχει μια ουσιώδης διάφορα μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης: Η πρώτη, μαζί με την επιθυμία της επανεκλογής της, έχει την ευθύνη για την τύχη της χώρας. Πολλές φορές λοιπόν, αυτή είναι η δέουσα συμπεριφορά, μια κυβέρνηση κάνει αυτό που σε βραχύ και μέσο χρόνο είναι αντιδημοφιλές ώστε μακροπρόθεσμα να ωφεληθεί η χώρα.
Οι οικονομικές πολιτικές λιτότητας, όταν εφαρμόζονται σωστά, αποτελούν κλασική περίπτωση της παραπάνω κατάστασης.
Μια σωστή αντιπολίτευση βεβαίως οφείλει να κάνει το ίδιο. Να φροντίζει για το μακρόχρονο συμφέρον της χώρας και όχι να λέει όσα ακούγονται ευχάριστα στα αυτιά των ψηφοφόρων. Ελάχιστες φορές βέβαια το έχουμε δει αυτό. Γράφω ελάχιστες και όχι καμιά για να μην κατηγορηθώ ως απόλυτος και δογματικός, η αλήθεια είναι όμως πως δεν μπορώ να θυμηθώ εν Ελλάδι αντιπολιτευτικό λόγο με τα χαρακτηριστικά αυτά.
Εν πάση περιπτώσει, τελικά η ευθύνη ανήκει στην κυβέρνηση και όχι στην αντιπολίτευση.
Ανταποκρινόμενες στην κατάσταση αυτή, ή έτσι έλεγαν, πολλές κυβερνήσεις μιλούσαν για τον αναγκαίο ρεαλισμό, τον πραγματισμό δηλαδή και ορθολογισμό που πρέπει να διέπει την πολιτική τους για το καλό της χώρας. Η περίπτωση κυβέρνησης Σημίτη είναι η πλέον χαρακτηριστική στην προώθηση της ρητορικής αυτής. Επίσης είναι όμως χαρακτηριστική και ως προς το υποκριτικό της συγκεκριμένης πράξης. Από τα Ίμια και τον Οτζαλάν μέχρι το Χρηματιστήριο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες ο πραγματισμός ήταν απλά το περιτύλιγμα για την εξυπηρέτηση αφανών οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων.
Αυτή ήταν η Realpolitik στη Χερσόνησο του Αίμου.
Οι κυβερνήσεις Καραμανλή, Παπανδρέου και Σαμαρά που ακολούθησαν επικαλέστηκαν όλες τον ορθολογισμό, μετεκλογικά βεβαίως. Φοβάμαι πως καμιά δεν παρέκκλινε από τα πεπραγμένα του δασκάλου της τηλεκρατίας.
Τίθεται λοιπόν το αντίστοιχο ερώτημα ως προς τη νέα κυβέρνηση της Αριστεράς και τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν χώρα αμφιβολία πως ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά ήταν μια από τα ίδια. Ακολούθησε την εκλόγιμη στρατηγική λέγοντας αυτά που ήθελε να ακούσει ο ψηφοφόρος, έχοντας μάλιστα το πλεονέκτημα πως σε σχέση με τα μιζοκόμματα αυτός δεν είχε μέχρι σήμερα την ευκαιρία να διαψεύσει προσδοκίες.
Η ευκαιρία βεβαίως για διάψευση προσδοκιών δόθηκε μεγαλοπρεπώς με την ανάληψη της κυβέρνησης. Τώρα το κόμμα της Αριστεράς έρχεται αντιμέτωπο με την πραγματικότητα. Ήδη ακούγονται δυνατές φωνές διαμαρτυρίας. Ο ρεαλισμός όμως είναι υποχρεωτικός, αν κάποιος ενδιαφέρεται έστω και λίγο για το καλό της χώρας.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης ήταν σαφής: Η Ευρώπη θα λύσει το ελληνικό ζήτημα με βάση τον ορθό λόγο, που είναι το θεμέλιο της ιστορίας της. Έχει δίκιο ο Υπουργός των Οικονομικών.
Η αληθινή πρόκληση προς την κυβέρνηση Τσίπρα είναι να ασκήσει ορθολογική πολιτική με την αυθεντική έννοια του όρου. Δηλαδή, να μην μείνει στη ρητορική περί πραγματισμού αλλά να τον εφαρμόσει. Τι είναι λοιπόν ορθολογική πολιτική σήμερα; Σαφώς στο ένα σκέλος είναι η αποδοχή της πραγματικότητας του διεθνούς δανεισμού όπως επίσης και η ανάγκη διατήρησης λογικού ύψους πλεονασμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό.
Από την άλλη όμως πρέπει να γίνουν κάποιες συγκεκριμένες κινήσεις όπως:
- Η προώθηση της πολιτικής και η δημιουργία σχετικών συμμαχιών για την ομοσπονδιοποίηση της ΕΕ με αμοιβαιοποίηση του χρέους και ενιαίο προυπολογισμό.
- Η απάντηση του ερωτήματος του ποιος, πως και γιατί παράγει στην Ελλάδα. Επιχειρηματικότητα, καινοτομία, χρηματοδότηση, εξωστρέφεια, συνεταιριστικό κίνημα, περιφερειακή ανάπτυξη.
- Σπάσιμο του αφανούς ελέγχου των μέσων μαζικής ενημέρωσης από τμήματα της οικονομικής ολιγαρχίας.
- Έρευνα και απόδοση ευθυνών στο τραπεζικό σύστημα για το ζήτημα των κόκκινων δανείων.
- Καταπολέμηση της διαφθοράς στην πολιτική με δρακόντεια νομοθεσία και λογιστικός έλεγχος με πόθεν έσχες της περιουσιακής κατάστασης όλων όσων άσκησαν κυβερνητική εξουσία, από τους Πρωθυπουργούς μέχρι και τους Δημάρχους, από το 1974 μέχρι σήμερα.
Με ένα τέτοιο πλέγμα μέτρων μπορεί να γίνει σαφές εντός και εκτός Ελλάδας πως στη χώρα μας συνέβη καθεστωτική και όχι μια απλή διαχειριστική αλλαγή. Έτσι, υπάρχουν όντως αληθινές προοπτικές η αξιοπιστία μας να ξεκολλήσει από το μηδέν στο οποίο βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια, πράγμα που θα επηρεάσει θετικά τόσο τη διαπραγμάτευση του εξωτερικού δανεισμού όσο και την προσέλκυση επενδύσεων.
Η παραπάνω πολιτική είναι κατ' εμέ μια ορθολογική πολιτική ευρωπαϊκής πραγματικότητας. Η χώρα, όλοι εμείς, πρέπει τελικά να αποφασίσουμε που ανήκουμε.