H δολοφονία ενός 19-χρονου συμπολίτη μας στη Θεσσαλονίκη πριν λίγες μέρες έφερε ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της 'οπαδικής βίας'. Παρακολουθώ τη δημόσια συζήτηση και με απογοήτευση βλέπω ότι αντιμετωπίζεται ως ένα ζήτημα 'του αθλητισμού' ή, για τους πιο υποψιασμένους, ένα ζήτημα 'παιδείας'.
Προφανώς πτυχές του προβλήματος άπτονται τόσο του χώρου του αθλητισμού όσο και της παιδείας. Δεν γίνεται όμως να μην τονίσει κανείς πως είναι ένα πρόβλημα κατ' εξοχήν πολιτικό, που μάλιστα βρίσκεται στην καρδιά του σημαντικότερου προβλήματος της χώρας.
Μαζί με πολλούς άλλους υποστηρίζω εδώ και πολλά χρόνια πως η εξουσία στη χώρα μας βρίσκεται στα χέρια μιας ολιγομελούς οικονομικής ολιγαρχίας η οποία χρησιμοποιεί ως εργαλεία επιβολής και ελέγχου από τη μια μεριά τα 'πολιτικά' 'κόμματα' και από την άλλη τα μέσα 'ενημέρωσης'. Δεν είναι μυστικό ότι συχνά η ολιγαρχία αυτή έχει και εγκληματικά χαρακτηριστικά, συχνότερα μεν του αστικού, όχι σπάνια δε και του ποινικού δικαίου.
Στο πλαίσιο αυτό, πράγμα που δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία, προωθείται συχνά και ο έλεγχος ποδοσφαιρικών ομάδων, ούτως ώστε να υπάρχει μια - αποχαυνωμένη, προφανώς - "λαϊκή βάση" υποστήριξης του εκάστοτε ολιγάρχη αλλά και, μεταξύ των 'οργανωμένων οπαδών' (δηλαδή των hooligans), ένα πρώτης τάξεως 'φυτώριο' για την στρατολόγηση νέων μελών σε ομάδες - συμμορίες που δρουν στο έγκλημα.
Υπ' αυτήν την έννοια, οποιος δεν κατανοεί σε βάθος αυτήν τη διασύνδεση οικονομικών συμφερόντων, πολιτικού συστήματος και εγκλήματος μάλλον δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα.
Πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι η δια νόμου κατάργηση του 'επαγγελματικού' 'ποδοσφαίρου' μέχρι να εξυγιανθεί ο χώρος είναι η μόνη λύση. Αναμφίβολα συντάσσομαι με αυτήν την άποψη, διαφορετικά θα υπάρχει πάντα ένας Κοσκωτάς που θα φέρνει έναν Ντέταρι, πάντα ένας 'Καπετάνιος' που θα μπουκάρει στο γήπεδο με τα κουμπούρια (πολύ πριν τον Ιβάν...) και η παρακμή θα συνεχίζεται δίχως κανένα έλεος (για να ανφερθώ σε γεγονότα της δεκαετίας του '80. Δυστυχώς η πρόσφατη ειδησεογραφία προσφέρει πολύ περισσότερα παραδείγματα).
Φοβάμαι όμως ουδείς έχει τη δύναμη να το κάνει (με την προφανή εξαίρεση ενός αφυπνισμένου λαϊκού κινήματος). Ουδένα από τα υφιστάμενα πολιτικά κόμματα (πλην ίσως του ΚΚΕ, το οποίο όμως αν γίνουν εκλογές και κερδίσει, μάλλον θα πει ότι έγινε προβοκάτσια και θα μείνει στην αντιπολίτευση) δεν μπορεί να ορθώσει το απαραίτητο ανάστημα, καθώς τόσο η ίδια η ύπαρξη των περισσοτέρων κομμάτων όσο και η δυνατότητά τους να απευθυνθούν στη λαϊκή βάση (αφού έχουν πάψει από καιρό να έχουν οργανώσεις και έχουν μεταβληθεί σε 'τηλεοπτικά κόμματα') ελέγχετα εν τέλει από αυτήν την ολογαρχία που περιγράφεται παραπάνω.
Τι μπορεί να γίνει;
Συγχωρείστε με που επαναλαμβάνομαι αλλά μόνο η ουσιαστική επιστροφή μας στην αληθινή πολιτική, η ανάκτηση της ιδιότητας του πολίτη και η αποκήρυξη του περιορισμού μας στον ρόλο του ψηφοφόρου, μόνο αυτή μπορεί να ανοίξει μια χαραμάδα ελπίδας σε όσους ενδιαφέρονται για τη δημιουργία μιας δίκαιης κοινωνίας.