Το ελληνικό χρέος είναι μη-βιώσιμο. Όλοι το γνωρίζουν, όλοι το γνώριζαν πάντοτε, τουλάχιστον από τα τέλη του 2009 οπότε η "ελληνική κρίση" απασχολεί την παγκόσμια επικαιρότητα. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ενώ όλοι το γνώριζαν, ελάχιστοι είχαν το θάρρος να το πουν. Μια πραγματικότητα που δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα.
Ας προσπαθήσουμε να κοιτάξουμε πως ξεκίνησε το ζήτημα, θα δούμε πως ήταν ένα πρόβλημα κυρίως για τη Γερμανία και τη Γαλλία, τις δυο μεγαλύτερες δηλαδή οικονομίες της ευρωζώνης. Αυτό ισχύει διότι ήταν οι επενδυτικές τράπεζες των δυο αυτών χωρών που είχαν "επενδύσει" μαζικά στο ελληνικό χρέος, το οποίο αξίζει να σημειωθεί πως άλλοι παίχτες του ιδίου οικοσυστήματος αξιολογούσαν με "ΑΑΑ" - την ανώτατη βαθμίδα δηλαδή - ως προς το αξιόχρεό του, οπότε εκείνα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα έρχοντας αντιμέτωπα με μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση στην περίπτωση που το ελληνικό δημόσιο χρεοκοπούσε.
Μην ξεχνάμε πως όλα αυτά έγινα το 2009 και το 2010. Έναν χρόνο πριν η κατάρρευση της Lehman Brothers είχε ταρακουνήσει συθέμελα την παγκόσμια οικονομία. Στην Ευρώπη πολλές τράπεζες βρέθηκαν στο χείλος της καταστροφής και οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να παρέμβουν με μεγάλα "πακέτα διάσωσης", τα οποία τελικά βεβαίως επωμίστηκαν οι φορολογούμενοι. Την στιγμή λοιπόν που ευελπιστούσαν ότι ο εφιάλτης τελείωσε, το τελευταίο που ήθελαν ήταν να απαιτηθεί να δώσουν μεγάλα πακέτα διάσωσης και σε επενδυτικές τράπεζες που είχαν έκθεση στο ελληνικό χρέος και μετά να έχουν να απαντήσουν σε κάποια προφανή ερωτήματα, όπως π.χ. με ποια κριτήρια το ελληνικό χρέος είχε αξιολόγηση "ΑΑΑ".
Η παραπάνω ανάλυση σε καμία περίπτωση δεν επιχειρεί να υποβαθμίσει τις εγκληματικές ευθύνες όλων των ελληνικών κυβερνήσεων μετά τη μεταπολίτευση που έχτισαν ένα σαθρό, πελατειακό κράτος με μια αδύναμη, ευρέως διεφθαρμένη, κρατικοδίαιτη και εσωστρεφή οικονομία. Πριν κατηγορήσουμε "τους ξένους" πρέπει πρώτα να τακτοποιήσουμε τα του οίκου μας. Ακόμα και έτσι όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σε κάθε δανειακή σύμβαση υφίστανται τρία μέρη: Ο δανειζόμενος, ο δανειστής και ο εγγυητής (που εδώ σε κάποιο βαθμό, κατά μια διασταλτική ερμηνεία βεβαίως, ήταν ο αξιολογητής του χρέους). Ευθύνεται βαρύτατα λοιπόν ο δανειζόμενος, αλλά ομοίως ευθύνονται και τα άλλα δυο μέρη.
Εν πάση περιπτώσει, τα παραπάνω δεν φιλοδοξούν να παρουσιάσουν μια λεπτομερή ανάλυση της ελληνικής οικονομικής κρίσης αλλά να συνηγορήσουν σε ένα μάλλον προφανές συμπέρασμα: Η πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών και συγκεκριμένα της Γερμανίας και της Γαλλίας έπαιξαν και παίζουν έναν πολύ σοβαρό ρόλο στις σχετικές εξελίξεις. Μάλιστα σημαντικότατο ρόλο στη διαδικασία αυτή έχει το λεγόμενο "πολιτικό κόστος", ο φόβος δηλαδή της εκλογικής φθοράς των κυβερνώντων στις χώρες αυτές από την αποκάλυψη της αλήθειας προς τους ψυφοφόρους τους.
Ήρθαμε τελικά μετά κόπων και βασάνων στην άνοιξη του 2018. Μια πορεία που απαίτησε ασύλλυπτες θυσίες από τους Έλληνες πολίτες και εντυπωσιακή αλληλεγγύη από τους ευρωπαϊκούς λαούς. Η αλήθεια είναι λοιπόν ότι σήμερα η ελληνική οικονομία παρουσιάζει εντυπωσιακά πρωτογενή πλεονάσματα και επανέρχεται δειλά στην ανάπτυξη. Είναι επίσης αλήθεια όμως πως η ανάπτυξη είναι ασθενική, τα πλεονάσματα αποτέλεσμα βαρυτάτης φορολογίας, οριζοντίων περικοπών και καθυστερήσεως πληρωμών και ότι το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να πάρει ανάσα πιεζόμενο από το ασύλληπτο βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που πολλοί λένε πως υπερβαίνουν τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Το κυριότερο όμως είναι ότι οι κύριες παράμετροι της ελληνικής οικονομίας μαζί με τις δεσπόζουσες αντιλήψεις και συμπεριφορές που οδήγησαν στην κατάρρευση του 2010 δεν φαίνονται να έχουν τροποποιηθεί σημαντικά. Με λίγα λόγια, υπάρχει μικρό περιθώριο αισιοδοξίας.
Καθώς τελειώνει το κοινοτικό πρόγραμμα υποστήριξης της ελληνικής οικονομίας, είναι πολύ σημαντικό η Ελλάδα να μπορέσει να δανειστεί μόνη της από τις αγορές. Μια τέτοια εξέλιξη θα έδινε άλλο ειδικό βάρος στις θετικές εξελίξεις που περιγράφησαν παραπάνω και θα έδινε επίσης ελπίδα πως τα αρνητικά που επίσης παρατέθηκαν θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα έχει μεγάλη ανάγκη ενός ισχυρού σήματος προς τις αγορές ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι, που τόσο πολύ την στήριξαν για 8 χρόνια, κάνουν ένα τελευταίο μα απολύτως απαραίτητο βήμα για την ουσιαστική της στήριξη με επίσημη απομείωση του χρέους.
Εδώ λοιπόν αρχίζει μια παράσταση με έντονα κωμικοτραγικά χαρακτηριστικά. Εδώ αρχίζουμε να βλέπουμε το πρόσωπο της Ευρώπης του χθες, το πρόσωπο της Ευρώπης που δεν θέλουμε.
1. Η Γερμανική κυβέρνηση υπέστη φθορά στις τελευταίες εκλογές. Για κάποιο λόγο νιώθει την ανάγκη να γίνει πιο συντηρητική. Είναι ένα εύκολο θέμα στη δημόσια συζήτηση να μιλάς για τους τεμπέληδες Έλληνες που πρέπει να τους κρατάμε συνεχώς σε εγρήγορση για να μην αρχίσουν να ξοδεύουν πάλι σαν να μην υπάρχει αύριο. Έτσι λοιπόν η Γερμανική οδός είναι αρχικώς αρνητική για την απομείωση του χρέους.
2. Η Γαλλική κυβέρνηση εδώ και καιρό κάνει μια, απέλπιδα μεν - ενδιαφέρουσα δε, προσπάθεια να αναβιώσει το ευρωπαϊκό όραμα. Να μιλήσει για την ουσιαστική, ομοσπονδιακή ένωση της Ευρώπης (παρότι βεβαίως υπάρχουν σοβαρότατες αμφιβολίες εάν το γαλλικό κατεστημένο τα εννοεί αυτά ή μένει στη συνθηματολογία). Μετά από πολλά χρόνια απόλυτης γερμανικής κυριαρχίας στην ευρωπαϊκή πολιτική, η Γαλλία προσπαθεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο, όπως έκανε στο παρελθόν. Η Γαλλική οδός λοιπόν δείχνει πιο βατή για την Ελλάδα όσον αφορά τη μείωση του χρέους.
3. Εδώ όμως ξεκινούν τα απολύτως τραγελαφικά. Η Ελλάδα για να δελεάσει τη Γαλλία, ή για να το πει κανείς πιο ωμά, για να εξαγοράσει την υποστήριξή της στο θέμα του χρέους και των γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, ανακοινώνει ένα μεγάλο πρόγραμμα αναβάθμισης του ελληνικού πολεμικού ναυτικού με αγορά πολλών, νέων και υπερσύγχρονων γαλλικών φρεγατών.
4. Ποια είναι η γερμανική αντίδραση σε αυτό; Αφενός δημιουργείται μια μεγάλη συζήτηση για το πως μπορεί η καταχρεωμένη Ελλάδα να ξοδεύει τα λιγοστά χρήματά της για αγορά όπλων από τη Γαλλία (φαντάζεται κανείς πως για τα γερμαντικά όπλα δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα) και στη συνέχεια, άκουσον - άκουσον, αποφασίζει να αναβιώσει ένα πρόγραμμα πώλησης έξι υπερσύγχρονων υποβρυχίων στην Τουρκία!
5. Το τελευταίο βήμα είναι πραγματικά άνω ποταμών. Πρώτα απ΄όλα είναι μια εχθρική κίνηση προς την Ελλάδα αφού τα τέσσερα παρόμοια υποβρύχια που έχει ήδη προμηθευτεί η χώρα μας συνιστούν ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα ποιοτικά της πλεονεκτήματα στην ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο. Στη συνέχεια, την στιγμή που αποκαλύπτονται οι σχέσεις του Τουρκικού καθεστώτως με το Ισλαμικό Κράτος, την στιγμή που ο άξονάς του με τη Μόσχα αντιτίθεται ευθέως στα ευρωπαϊκά συμφέροντα και την στιγμή που κάθε έννοια κράτους δικαίου καταπατάται στην Ανατολία με αποκορύφωμα την παράνομη κράτηση δυο ευρωπαίων στρατιωτικών για σχεδόν τρεις μήνες δίχως καν την απαγγελία κατηγοριών, δεν είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς "πως γίνεται η ισχυρότερη Ευρωπαϊκή χώρα να ενισχύει με αυτό τον τρόπο ένα δικτατορικό καθεστώς που στρέφεται εναντίον χωρών μελών της ΕΕ, των οποίων την ακεραιότητα απειλεί καθημερινά;".
Αυτό είναι πράγματι το πρόσωπο της Ευρώπης του χθες. Αυτές είναι οι συμπεριφορές του διαίρει και βασίλευε που οδήγησαν σε δυο παγκοσμίους πολέμους, δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς και την ανθρωπότητα στο χείλος της καταστροφής. Αυτό είναι το πρόσωπο της Ευρώπης που θέλουμε όλοι να ξεχάσουμε.
Αν κάποιος δει τα πράγματα από απόσταση, η λύση είναι εντυπωσιακά προφανής: Κοινός ευρωπαϊκός προϋπολογισμός με δομές ομοσπονδιακού ελέγχου, κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και κοινή εξωτερική πολιτική.
Είναι δύσκολο; Ταυτόχρονα καθόλου και πάρα πολύ. Απαιτεί να ξεπεραστεί ο εθνικιστικός εγωισμός όλων των χωρών - μελών της ΕΕ που λίγο πολύ λέει ότι είμαστε όλοι ισότιμοι αλλά ο καθένας για τον εαυτό του νομίζει ότι είναι λίγο πιο ίσος από τους άλλους.
Τα παραπάνω βήματα φαίνονται να αφορούν μόνο την Ελλάδα ή ίσως την Ελλάδα σε σχέση με δυο μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι όμως φοβάμαι απολύτως σχετικά με όλη την Ευρώπη. Από τις Βαλτικές χώρες μέχρι το Γιβραλτάρ και από τη Γροιλανδία μέχρι την Κύπρο υφίστανται σειρά ζητημάτων που απαιτούν ενοποίηση των εξωτερικών και αμυντικών πολιτικών, το έδαφος μιας ουσιαστικής οικονομικής και εν τέλει πολιτικής ενοποίησης.
Δεν είναι ακόμα πολύ αργά. Ίσως όμως σε κάποια όχι πολύ μακρινή στιγμή να είναι. Δεν υπάρχει κανείς λόγος να περιμένουμε. Έχει σημάνει η ώρα της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας. Η ώρα της δράσης είναι τώρα.
Ας προσπαθήσουμε να κοιτάξουμε πως ξεκίνησε το ζήτημα, θα δούμε πως ήταν ένα πρόβλημα κυρίως για τη Γερμανία και τη Γαλλία, τις δυο μεγαλύτερες δηλαδή οικονομίες της ευρωζώνης. Αυτό ισχύει διότι ήταν οι επενδυτικές τράπεζες των δυο αυτών χωρών που είχαν "επενδύσει" μαζικά στο ελληνικό χρέος, το οποίο αξίζει να σημειωθεί πως άλλοι παίχτες του ιδίου οικοσυστήματος αξιολογούσαν με "ΑΑΑ" - την ανώτατη βαθμίδα δηλαδή - ως προς το αξιόχρεό του, οπότε εκείνα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα έρχοντας αντιμέτωπα με μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση στην περίπτωση που το ελληνικό δημόσιο χρεοκοπούσε.
Μην ξεχνάμε πως όλα αυτά έγινα το 2009 και το 2010. Έναν χρόνο πριν η κατάρρευση της Lehman Brothers είχε ταρακουνήσει συθέμελα την παγκόσμια οικονομία. Στην Ευρώπη πολλές τράπεζες βρέθηκαν στο χείλος της καταστροφής και οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να παρέμβουν με μεγάλα "πακέτα διάσωσης", τα οποία τελικά βεβαίως επωμίστηκαν οι φορολογούμενοι. Την στιγμή λοιπόν που ευελπιστούσαν ότι ο εφιάλτης τελείωσε, το τελευταίο που ήθελαν ήταν να απαιτηθεί να δώσουν μεγάλα πακέτα διάσωσης και σε επενδυτικές τράπεζες που είχαν έκθεση στο ελληνικό χρέος και μετά να έχουν να απαντήσουν σε κάποια προφανή ερωτήματα, όπως π.χ. με ποια κριτήρια το ελληνικό χρέος είχε αξιολόγηση "ΑΑΑ".
Η παραπάνω ανάλυση σε καμία περίπτωση δεν επιχειρεί να υποβαθμίσει τις εγκληματικές ευθύνες όλων των ελληνικών κυβερνήσεων μετά τη μεταπολίτευση που έχτισαν ένα σαθρό, πελατειακό κράτος με μια αδύναμη, ευρέως διεφθαρμένη, κρατικοδίαιτη και εσωστρεφή οικονομία. Πριν κατηγορήσουμε "τους ξένους" πρέπει πρώτα να τακτοποιήσουμε τα του οίκου μας. Ακόμα και έτσι όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σε κάθε δανειακή σύμβαση υφίστανται τρία μέρη: Ο δανειζόμενος, ο δανειστής και ο εγγυητής (που εδώ σε κάποιο βαθμό, κατά μια διασταλτική ερμηνεία βεβαίως, ήταν ο αξιολογητής του χρέους). Ευθύνεται βαρύτατα λοιπόν ο δανειζόμενος, αλλά ομοίως ευθύνονται και τα άλλα δυο μέρη.
Εν πάση περιπτώσει, τα παραπάνω δεν φιλοδοξούν να παρουσιάσουν μια λεπτομερή ανάλυση της ελληνικής οικονομικής κρίσης αλλά να συνηγορήσουν σε ένα μάλλον προφανές συμπέρασμα: Η πολιτική των ευρωπαϊκών κρατών και συγκεκριμένα της Γερμανίας και της Γαλλίας έπαιξαν και παίζουν έναν πολύ σοβαρό ρόλο στις σχετικές εξελίξεις. Μάλιστα σημαντικότατο ρόλο στη διαδικασία αυτή έχει το λεγόμενο "πολιτικό κόστος", ο φόβος δηλαδή της εκλογικής φθοράς των κυβερνώντων στις χώρες αυτές από την αποκάλυψη της αλήθειας προς τους ψυφοφόρους τους.
Ήρθαμε τελικά μετά κόπων και βασάνων στην άνοιξη του 2018. Μια πορεία που απαίτησε ασύλλυπτες θυσίες από τους Έλληνες πολίτες και εντυπωσιακή αλληλεγγύη από τους ευρωπαϊκούς λαούς. Η αλήθεια είναι λοιπόν ότι σήμερα η ελληνική οικονομία παρουσιάζει εντυπωσιακά πρωτογενή πλεονάσματα και επανέρχεται δειλά στην ανάπτυξη. Είναι επίσης αλήθεια όμως πως η ανάπτυξη είναι ασθενική, τα πλεονάσματα αποτέλεσμα βαρυτάτης φορολογίας, οριζοντίων περικοπών και καθυστερήσεως πληρωμών και ότι το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να πάρει ανάσα πιεζόμενο από το ασύλληπτο βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που πολλοί λένε πως υπερβαίνουν τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Το κυριότερο όμως είναι ότι οι κύριες παράμετροι της ελληνικής οικονομίας μαζί με τις δεσπόζουσες αντιλήψεις και συμπεριφορές που οδήγησαν στην κατάρρευση του 2010 δεν φαίνονται να έχουν τροποποιηθεί σημαντικά. Με λίγα λόγια, υπάρχει μικρό περιθώριο αισιοδοξίας.
Καθώς τελειώνει το κοινοτικό πρόγραμμα υποστήριξης της ελληνικής οικονομίας, είναι πολύ σημαντικό η Ελλάδα να μπορέσει να δανειστεί μόνη της από τις αγορές. Μια τέτοια εξέλιξη θα έδινε άλλο ειδικό βάρος στις θετικές εξελίξεις που περιγράφησαν παραπάνω και θα έδινε επίσης ελπίδα πως τα αρνητικά που επίσης παρατέθηκαν θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα έχει μεγάλη ανάγκη ενός ισχυρού σήματος προς τις αγορές ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι, που τόσο πολύ την στήριξαν για 8 χρόνια, κάνουν ένα τελευταίο μα απολύτως απαραίτητο βήμα για την ουσιαστική της στήριξη με επίσημη απομείωση του χρέους.
Εδώ λοιπόν αρχίζει μια παράσταση με έντονα κωμικοτραγικά χαρακτηριστικά. Εδώ αρχίζουμε να βλέπουμε το πρόσωπο της Ευρώπης του χθες, το πρόσωπο της Ευρώπης που δεν θέλουμε.
1. Η Γερμανική κυβέρνηση υπέστη φθορά στις τελευταίες εκλογές. Για κάποιο λόγο νιώθει την ανάγκη να γίνει πιο συντηρητική. Είναι ένα εύκολο θέμα στη δημόσια συζήτηση να μιλάς για τους τεμπέληδες Έλληνες που πρέπει να τους κρατάμε συνεχώς σε εγρήγορση για να μην αρχίσουν να ξοδεύουν πάλι σαν να μην υπάρχει αύριο. Έτσι λοιπόν η Γερμανική οδός είναι αρχικώς αρνητική για την απομείωση του χρέους.
2. Η Γαλλική κυβέρνηση εδώ και καιρό κάνει μια, απέλπιδα μεν - ενδιαφέρουσα δε, προσπάθεια να αναβιώσει το ευρωπαϊκό όραμα. Να μιλήσει για την ουσιαστική, ομοσπονδιακή ένωση της Ευρώπης (παρότι βεβαίως υπάρχουν σοβαρότατες αμφιβολίες εάν το γαλλικό κατεστημένο τα εννοεί αυτά ή μένει στη συνθηματολογία). Μετά από πολλά χρόνια απόλυτης γερμανικής κυριαρχίας στην ευρωπαϊκή πολιτική, η Γαλλία προσπαθεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο, όπως έκανε στο παρελθόν. Η Γαλλική οδός λοιπόν δείχνει πιο βατή για την Ελλάδα όσον αφορά τη μείωση του χρέους.
3. Εδώ όμως ξεκινούν τα απολύτως τραγελαφικά. Η Ελλάδα για να δελεάσει τη Γαλλία, ή για να το πει κανείς πιο ωμά, για να εξαγοράσει την υποστήριξή της στο θέμα του χρέους και των γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, ανακοινώνει ένα μεγάλο πρόγραμμα αναβάθμισης του ελληνικού πολεμικού ναυτικού με αγορά πολλών, νέων και υπερσύγχρονων γαλλικών φρεγατών.
4. Ποια είναι η γερμανική αντίδραση σε αυτό; Αφενός δημιουργείται μια μεγάλη συζήτηση για το πως μπορεί η καταχρεωμένη Ελλάδα να ξοδεύει τα λιγοστά χρήματά της για αγορά όπλων από τη Γαλλία (φαντάζεται κανείς πως για τα γερμαντικά όπλα δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα) και στη συνέχεια, άκουσον - άκουσον, αποφασίζει να αναβιώσει ένα πρόγραμμα πώλησης έξι υπερσύγχρονων υποβρυχίων στην Τουρκία!
5. Το τελευταίο βήμα είναι πραγματικά άνω ποταμών. Πρώτα απ΄όλα είναι μια εχθρική κίνηση προς την Ελλάδα αφού τα τέσσερα παρόμοια υποβρύχια που έχει ήδη προμηθευτεί η χώρα μας συνιστούν ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα ποιοτικά της πλεονεκτήματα στην ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο. Στη συνέχεια, την στιγμή που αποκαλύπτονται οι σχέσεις του Τουρκικού καθεστώτως με το Ισλαμικό Κράτος, την στιγμή που ο άξονάς του με τη Μόσχα αντιτίθεται ευθέως στα ευρωπαϊκά συμφέροντα και την στιγμή που κάθε έννοια κράτους δικαίου καταπατάται στην Ανατολία με αποκορύφωμα την παράνομη κράτηση δυο ευρωπαίων στρατιωτικών για σχεδόν τρεις μήνες δίχως καν την απαγγελία κατηγοριών, δεν είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς "πως γίνεται η ισχυρότερη Ευρωπαϊκή χώρα να ενισχύει με αυτό τον τρόπο ένα δικτατορικό καθεστώς που στρέφεται εναντίον χωρών μελών της ΕΕ, των οποίων την ακεραιότητα απειλεί καθημερινά;".
Αυτό είναι πράγματι το πρόσωπο της Ευρώπης του χθες. Αυτές είναι οι συμπεριφορές του διαίρει και βασίλευε που οδήγησαν σε δυο παγκοσμίους πολέμους, δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς και την ανθρωπότητα στο χείλος της καταστροφής. Αυτό είναι το πρόσωπο της Ευρώπης που θέλουμε όλοι να ξεχάσουμε.
Αν κάποιος δει τα πράγματα από απόσταση, η λύση είναι εντυπωσιακά προφανής: Κοινός ευρωπαϊκός προϋπολογισμός με δομές ομοσπονδιακού ελέγχου, κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και κοινή εξωτερική πολιτική.
Είναι δύσκολο; Ταυτόχρονα καθόλου και πάρα πολύ. Απαιτεί να ξεπεραστεί ο εθνικιστικός εγωισμός όλων των χωρών - μελών της ΕΕ που λίγο πολύ λέει ότι είμαστε όλοι ισότιμοι αλλά ο καθένας για τον εαυτό του νομίζει ότι είναι λίγο πιο ίσος από τους άλλους.
Τα παραπάνω βήματα φαίνονται να αφορούν μόνο την Ελλάδα ή ίσως την Ελλάδα σε σχέση με δυο μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι όμως φοβάμαι απολύτως σχετικά με όλη την Ευρώπη. Από τις Βαλτικές χώρες μέχρι το Γιβραλτάρ και από τη Γροιλανδία μέχρι την Κύπρο υφίστανται σειρά ζητημάτων που απαιτούν ενοποίηση των εξωτερικών και αμυντικών πολιτικών, το έδαφος μιας ουσιαστικής οικονομικής και εν τέλει πολιτικής ενοποίησης.
Δεν είναι ακόμα πολύ αργά. Ίσως όμως σε κάποια όχι πολύ μακρινή στιγμή να είναι. Δεν υπάρχει κανείς λόγος να περιμένουμε. Έχει σημάνει η ώρα της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας. Η ώρα της δράσης είναι τώρα.